Javier Tomeo, Cuentos Completos, ed. de Daniel Gascón, Páginas de Espuma, Madrid 2012
´´El Sapo´´, p.34
Pues yo ni siquiera tengo el privilegio de la duda-se lamenta el sapo, junto a la orilla del lago-.
Yo sé muy bien quién soy. Un animal maldito, a quien algunos han creído ver en los aquelarres, vestido de terciopelo y alzado sobre sus dos patas traseras.
Cuando me irrito transpiro un veneno mortal a través de las verrugas de mi cuerpo.
A la gente, por lo tanto, no le importa que mi voz sea dulce y que en mis ojos palpite el resplandor de lejanos incendios.
«Ο φρύνος»
Ούτε κι εγώ, λοιπόν, έχω το προνόμιο της αμφιβολίας- παραπονιέται ο φρύνος, κοντά στην όχθη της λίμνης-. Εγώ ξέρω πολύ καλά ποιος είμαι. Ένα ζώο καταραμένο που κάποιοι πίστεψαν πως είδαν σε μαγισσογλέντια, στα βελούδα, να υψώνεται πάνω στα δυο πισινά του πόδια.
Όταν εξοργίζομαι, απ’ τις κρεατοελιές του σώματός μου εφιδρώνω θανάσιμο δηλητήριο.
Τον κόσμο, βέβαια, δεν τον αφορά αν η φωνή μου είναι γλυκιά και στα μάτια μου πάλλεται η λάμψη των μακρινών πυρκαγιών.
´´El Murciélago´´, p.40
-A ti te inventó Satanás- le increpo, mientras revolotea a mi alrededor. Y eres, sin duda, la más fea entre todas las criaturas nocturnas. -Tienes razón, me responde el murciélago, lo soy. Pero quiero que sepas que más de una vez he volado junto a las golondrinas emigrantes, sacrificándome, a la luz del sol.
Es cierto que al término de la emigración-después de muchos días de volar junto a la belleza-mi fealdad se mantuvo intacta. Pero sería injusto que los hombres antes de dictar sentencia no tuviesen en cuenta mi buena voluntad e incluso mi ingenuidad por pensar que la belleza es algo contagioso.
η νυχτερίδα
-Εσένα, σε επινόησε ο Σατανάς- την επιπλήττω, ενώ φτεροκοπεί γύρω μου. Κι είσαι, αναμφίβολα, η πιο άσχημη από όλα τα νυχτερινά πλάσματα. -Δίκιο έχεις, μου απαντά η νυχτερίδα, είμαι. Αλλά θέλω να ξέρεις πως πάνω από μια φορά έχω πετάξει μαζί με τα αποδημητικά χελιδόνια, θυσιάζοντάς με, στο φως του ήλιου.
Βέβαιο είναι ότι στο πέρας της αποδημίας- μετά τις πολλές μέρες που πετούσα πλάι στην ομορφιά- η ασχήμια μου διατηρήθηκε στο ακέραιο. Αλλά θα ήταν άδικο οι άνθρωποι, προτού με καταδικάσουν, να μην μάθουν για την καλή μου βούληση, συμπεριλαμβανομένης και της αφέλειάς μου να πιστεύω ότι η ομορφιά είναι κάτι μεταδοτικό.
´´El gusano´´, p.63
-Y tú? ¿Quién eres tú?-preguntó a la minúscula criatura que descubro a mis pies. -Yo soy el gusano-me responde-. Un animalito estúpido y lento. Respiro a través de la piel y mi tubo digestivo se prolonga de un extremo a otro de mi cuerpo.
Mi madre, poco después de nacer, me dijo:
´´No te preocupes, Federico. No eres ni inteligente, ni hermoso. No tienes alas. Pero, arrastrándote, podrás llegar a cualquier parte´´.
το σκουλήκι
-Κι εσύ; Ποιος είσαι εσύ;- ρωτώ τη μικροσκοπική ύπαρξη, ανακάλυψη στα πόδια μου. -Εγώ είμαι το σκουλήκι- μου απαντά-. Ένα ζωάκι ηλίθιο κι αργό. Αναπνέω από το δέρμα μου κι ο πεπτικός σωλήνας μου προεκτείνεται από το ένα άκρο του σώματός μου στο άλλο.
Η μητέρα μου, λίγο μετά που γεννήθηκα, μου είπε:
«Μην ανησυχείς, Φεντερίκο. Δεν είσαι ούτε έξυπνος, ούτε ωραίος. Δεν έχεις φτερά. Όμως, σερνάμενος θα μπορείς να φτάσεις παντού».
p.322/866 ¿No recuerdas ya que san Agustín decía que la poesía es el vino del diablo?
Δε θυμάσαι ότι ο άγιος Αυγουστίνος έλεγε πως η ποίηση είναι το κρασί του διαβόλου;
´´El Sapo´´, p.34
Pues yo ni siquiera tengo el privilegio de la duda-se lamenta el sapo, junto a la orilla del lago-.
Yo sé muy bien quién soy. Un animal maldito, a quien algunos han creído ver en los aquelarres, vestido de terciopelo y alzado sobre sus dos patas traseras.
Cuando me irrito transpiro un veneno mortal a través de las verrugas de mi cuerpo.
A la gente, por lo tanto, no le importa que mi voz sea dulce y que en mis ojos palpite el resplandor de lejanos incendios.
«Ο φρύνος»
Ούτε κι εγώ, λοιπόν, έχω το προνόμιο της αμφιβολίας- παραπονιέται ο φρύνος, κοντά στην όχθη της λίμνης-. Εγώ ξέρω πολύ καλά ποιος είμαι. Ένα ζώο καταραμένο που κάποιοι πίστεψαν πως είδαν σε μαγισσογλέντια, στα βελούδα, να υψώνεται πάνω στα δυο πισινά του πόδια.
Όταν εξοργίζομαι, απ’ τις κρεατοελιές του σώματός μου εφιδρώνω θανάσιμο δηλητήριο.
Τον κόσμο, βέβαια, δεν τον αφορά αν η φωνή μου είναι γλυκιά και στα μάτια μου πάλλεται η λάμψη των μακρινών πυρκαγιών.
´´El Murciélago´´, p.40
-A ti te inventó Satanás- le increpo, mientras revolotea a mi alrededor. Y eres, sin duda, la más fea entre todas las criaturas nocturnas. -Tienes razón, me responde el murciélago, lo soy. Pero quiero que sepas que más de una vez he volado junto a las golondrinas emigrantes, sacrificándome, a la luz del sol.
Es cierto que al término de la emigración-después de muchos días de volar junto a la belleza-mi fealdad se mantuvo intacta. Pero sería injusto que los hombres antes de dictar sentencia no tuviesen en cuenta mi buena voluntad e incluso mi ingenuidad por pensar que la belleza es algo contagioso.
η νυχτερίδα
-Εσένα, σε επινόησε ο Σατανάς- την επιπλήττω, ενώ φτεροκοπεί γύρω μου. Κι είσαι, αναμφίβολα, η πιο άσχημη από όλα τα νυχτερινά πλάσματα. -Δίκιο έχεις, μου απαντά η νυχτερίδα, είμαι. Αλλά θέλω να ξέρεις πως πάνω από μια φορά έχω πετάξει μαζί με τα αποδημητικά χελιδόνια, θυσιάζοντάς με, στο φως του ήλιου.
Βέβαιο είναι ότι στο πέρας της αποδημίας- μετά τις πολλές μέρες που πετούσα πλάι στην ομορφιά- η ασχήμια μου διατηρήθηκε στο ακέραιο. Αλλά θα ήταν άδικο οι άνθρωποι, προτού με καταδικάσουν, να μην μάθουν για την καλή μου βούληση, συμπεριλαμβανομένης και της αφέλειάς μου να πιστεύω ότι η ομορφιά είναι κάτι μεταδοτικό.
´´El gusano´´, p.63
-Y tú? ¿Quién eres tú?-preguntó a la minúscula criatura que descubro a mis pies. -Yo soy el gusano-me responde-. Un animalito estúpido y lento. Respiro a través de la piel y mi tubo digestivo se prolonga de un extremo a otro de mi cuerpo.
Mi madre, poco después de nacer, me dijo:
´´No te preocupes, Federico. No eres ni inteligente, ni hermoso. No tienes alas. Pero, arrastrándote, podrás llegar a cualquier parte´´.
το σκουλήκι
-Κι εσύ; Ποιος είσαι εσύ;- ρωτώ τη μικροσκοπική ύπαρξη, ανακάλυψη στα πόδια μου. -Εγώ είμαι το σκουλήκι- μου απαντά-. Ένα ζωάκι ηλίθιο κι αργό. Αναπνέω από το δέρμα μου κι ο πεπτικός σωλήνας μου προεκτείνεται από το ένα άκρο του σώματός μου στο άλλο.
Η μητέρα μου, λίγο μετά που γεννήθηκα, μου είπε:
«Μην ανησυχείς, Φεντερίκο. Δεν είσαι ούτε έξυπνος, ούτε ωραίος. Δεν έχεις φτερά. Όμως, σερνάμενος θα μπορείς να φτάσεις παντού».
p.322/866 ¿No recuerdas ya que san Agustín decía que la poesía es el vino del diablo?
Δε θυμάσαι ότι ο άγιος Αυγουστίνος έλεγε πως η ποίηση είναι το κρασί του διαβόλου;
´´Con sus palabrotas sobre el miedo irracional, la soledad y la incomunicación, Javier Tomeo hace que la realidad se vuelva un poco más amenazadora, pero también mucho más rica y fascinante. Es el mejor servicio que un escritor puede hacer a sus lectores´´.
Daniel Gascón
Με μια προφανή αύρα από τους μύθους του Αισώπου, ιδωμένοι εκ νέου, οι συμβολικές «συγχρονίες» του Χαβιέ Τομέο είναι η άλλη ματιά στην περιρρέουσα ταχύτητα των καιρών, ακουμπούν εμφανώς σε ένα σήμερα που βαστάει από χτες, αποδίδοντας τα δέοντα στην ιδέα, ότι έμφυτη μπορεί να είναι μόνον η ανάγκη της επιβίωσης, το πλέγμα της οποίας διαμορφώνεται – τηρουμένων των αναλογιών- και εν τέλει καθορίζεται από την επιθυμία και τη βούληση για έναν πολιτισμό κοντά στον άνθρωπο και στον βιορυθμό του, χτες –σήμερα-αύριο.
Αντιγόνη Κατσαδήμα
akatsadima@yahoo.com
Páginas de Espuma,
info@paginasdeespuma.com
No comments:
Post a Comment